09 Ιανουαρίου, 2011

Το ονομα μου ειναι Λιζα και αυτη ειναι η ιστορια μου

Ανοιξα τα ματια μου και κοιταξα το ξυλινο ταβανι.Το σωμα μου ηταν μουδιασμενο και με δυσκολια μπορουσα να κουνισω τα ακρα μου.

"Τζοναθαν??"ψιθυρισα αδυναμα.
Μα μοναχα η σιωπη ηταν εκει ...κανεις αλλος...Δεν μπορουσα να θυμηθω τιποτα.Ελαχιστα πραγματα....οπως φλογες..και καπνους..

"Ξυπνησες!!"Ακουσα μια σχετικα οικια φωνη.Δεν ειχα προσεξει οτι καποιος ειχε μπει στο δωματιο.

"Aλεξαντερ.?Που ειναι ο Τζοναθαν??Tι ειναι εδω??"

"Ολα ειναι καλα....Ηρεμισε..."
Εκλεισα τα ματια και προσπαθησα να θυμηθω τι ειχε συμβει.Οι αναμνησεις εκεινης της νυχτας τριπησαν στο μυαλο μου γεμιζοντας καθε σκοτεινη του γωνια.Σχεδον μπορουσα να μυρισω τον καπνο.Εσφιαξα με το χερι μου το σεντονι και ενιωσα τα δαχτυλα μου να παραπονιουντε.
Ξαφνικα ενιωσα μια εντονη ζαλαδα.Ο Αλεξαντερ ισα που προλαβε να τραβηξη την λεκανι που βρισκοταν κατω απο το κρεβατι.

"Ισως ειναι η παρενεργιες απο τα φαρμακα που σου εδωσα."ειπε  .
Ξεπληνα το στομα μου και ξαπλωσα παλι.
"Ο Τζοναθαν.."αρχισα αβεβαιη για το τι ηθελα να πω.

"Θα τον βρουμε Λιζα....στο υποσχομαι πως θα το βρουμε.Κοιτα εσυ να γινεις γρηγορα καλα,και αστα τα υπολοιπα!"
Κοιταξα τον χωρο γυρο μου,μην θελοντας να κοιταω τα ματια του.Οποτε τον κοιταζα,ηταν λες και δεν υπηρχε τιποτα αλλο...μοναχα τα ματια του...και αυτο δνε μου αρεσε.
Βρισκομουν σε ενα μικρο δωματιο βαμμενο στο χρωμα της αμμου.Διαφοροι πινακες με χρυσες κορνιζες κοσμουσαν τον τοιχο,ενω το πατωμα ηταν απο σκουρο ξυλο.Διπλα απο το ξυλινο κρεβατι μου υπηρχε ενα εξησου ξυλινο κομοδινο που πανω του βρισκοταν ενα τεραστι πορτατιφ  και απεναντη βρισκοταν μια ντουλαπα.Πλαι στην ντουλαπα υπηρχε μια κλειστη μπαλκονοπορτα .

"Τι ακριβος ειαναι εδω?"

"Ειναι το πατρικο μου σπιτι.Σου περασε η ζαλαδα?"

"Ναι ειμαι πολυ καλυτερα."Σιγα -σιγα κατευασα τα ποδια μου κατω στο πατωμα.Ο Αλεξαντερ με κοιτουσε προσεχτηκα καθως σηκονομουν ορθια.
Πλησιασα σιγα σιγα την μπαλκονοπορτα και την ανοιξα.Ενα απαλα τριξιμο ακουστηκε και οι μαγευτικος ουρανος μου αποκαληφθηκε.Τα αστερια στον ουρανο ηταν χιλιαδες και το φεγγαρι τοσο μεγαλο.Γυρω απο τα σιδερενια κανγκελα του μπαλκονιου υπηρχε μια μεγαλη τριανταφυλλια με τεραστια μπορντο τριανταφυλλα.
Ενα ριγος με διαπερασε.Το ασπρο νυχτικο που φορουσα δεν ηταν ιδιετερα ζεστο.
Σαν να διαβασε την σκεψη μου ειπε

"Αν θες να ντυθεις υπαρχουν ρουχα στην ντουλαπα."
Μπηκα μεσα και ανοιξα την ντουλαπα.Μεσα υπηρχαν ραφια γεματα με πολυχρομες μπλουζες,φορεματα,τζιν παντελονια,καλτες ακομα και εσωρουχα.Και ολα ηταν γυναικια.

"Δεν ξερεις ποτε τι μπορει να σου συμβει "Ειπε ο Αλεξαντερ.Και ειχε δικιο.
Διαλεξα μερικα ρουχα που ημουν σιγουρη πως μου εκαναν και τα αφησα στο κρεβατι.

"Θα μπορουσα να αλλαξω?"ρωτησα κοιτωντας τον.

"Φυσικα"ειπε και βγηκε στο μπαλκονι κλεινοντας τις πορτες πισω του.
Εβγαλα γρηγορα το νυχτικο και φορεσα τα ρουχα.Χτενισα με τα δαχτυλα μου τα μαλλια μου και βγηκα στο μπαλκονι.Ηταν αδειο.Δεν ηταν δυνατον ....κοιταξα κατω γεματι τρομο

"Εδω ειμαι."Ειπε καπου στα αριστερα μου.Γυρισα προς τα εκει και τον ειδα να στεκετε στο διπλανο μπαλκονι.

"Βγες το απο το δωματιο και κατεβα της σκαλες,θα σε περιμενω εκει"ειπε και μπηκε μεσα.Ξαναμπηκα στο δωματιο και ανοιξα την πορτα.
Βγηκα εξω και περασα εναν διαδρομο επισεις γεματο πορτρετα και πινακες και αρκετες πορτες.Στο τελος βρηκα μια σκαλα και την κατεβηκα.
Αυτος ηταν ειδη εκει.
"Πεινας?" ειπε  περνωντας με απο το χερι ,οδηγοντας με σε ενα αλλο δωματιο.Ενα τραπεζι ηταν στρωμενο.Εκατσα στην μια ακρη του και αυτος εκατσε στην αλλη.

"Ποιος αλλος μενει εδω?"ρωτησα καθως εβαζα στο πιατο μου ψητο κρεας.

"Κανεις.Μοναχα μια οικονομος.Ερχομαι εδω ποτε ποτε."

"Γιατι μενει εδω?Μονη της?" τον ρωτησα επιμενοντας.

"Φροντιζει τον πατερα μου."ειπε καθως το προσωπο του γινοταν μια ανεκφραστη μασκα.

"Ενταξη "ειπα και αρχισα να τρωω.
Οταν ποια χορτασα,αφησα κατω τα μαχαιροπιρουνα και κοιταξα τον Αλεξαντερ.Ειχε φαει ελλαχιστα,ενω εγω ειχα φαει για 3 ατομα.

"Ευχαριστω πολυ "ειπα."Για ολα οσα εκανες για μενα!"

"Δεν κανει τιποτα."ειπε εκεινος .

"Τι ξερεις να μου πεις για τους Νεκρους Αγγελους."ρωτησα με τον φοβο να χρωματιζει την φωνη μου.

"Τιποτα το ιδιετερο."
Τον κοιταξα σηκονοντας το φρυδι μου.

"Λοιπον...ξερω οτι ο Βασιλιας τους πεθανε καθως ειχε γερασει ποια...πρεπει να κοντευε τα 600 ποια...Τοτε ενας απο τους εχθρους τους,πιστεχε με ειναι πολυ,καταφερε να τον σκοτωσει."

"Αυτα μου τα ειπε και ο Τζοναθαν"ειπα και η φωνη μου εσπασε οταν προφερα το ονομα του."Αλλα γιατι λεγοντε ετσι?Τι ειναι"

"Ειναι εκπτωτοι αγγελοι.Και για να ζησουν τρεφονται με νεκρα κουφαρια ανθρωπων."
Ενιωσα το φαγητο στο στομαχι μου να ανακατευεται.

"Και συνηθως σκοτονουν για να το βρουν"ειπε .

"Παμε μια βολτα εξω.Εχει πολυ ωραιο καιρο.!"
Σηκοθηκαμε απο το τραπεζι και πηγαμε σε ενα μικρο χολ.Μου εδωσε ενα παλτο και βγηκαμε εξω.
Γυρα απο το σπιτι υπηρχαν τεραστια πανεμορφα δεντρα και μικρες τριανταφυλλιες που αρωματιζαν τον αερα.

"Ειναι πολυ ομορφα εδω "ειπα κοιτωντας ακομα τα δεντρα.

"Ναι πραγματι ειναι"συνφωνησε και ο Αλεξαντερ.
Ξαφνικα ολα σκοτεινιασαν και βυθιστηκα στο γνωριμο πλεον σκοταδι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου