19 Ιουλίου, 2011

3.Freak Academy

Κεφάλαιο 3

Κατά τις δυο το βράδυ η παρέα μας χωρίστηκε και πήγαμε ο καθένας στο δωμάτιό του.
Ο Ελ. Τζέυ προσφέρθηκε να με πάει στο δικό μου, αλλά αρνήθηκα ευγενικά.
Τον αποχαιρέτισα και άρχισα να κατευθύνομαι προς τον Άγιο Αλεξάντερ.
Δεν ήθελα να πάω να κοιμηθώ.
Φοβόμουν μην ξαναδώ κάποιο όνειρο, μην ακούσω ξανά τη φωνή που είχε αρχίσει να με στοιχειώνει μέρα και νύχτα.
Είχα φτάσει στο δωμάτιο μου αλλά δίστασα. Μπήκα γρήγορα μέσα και άρπαξα την πρώτη κουβέρτα που βρήκα. Βγήκα έξω κλειδώνοντας την πόρτα και προχώρησα προς το αγαπημένο μου μέρος. Εκεί όπου μπορούσα να κρυφτώ από τους πάντες και να απομονωθώ στον δικό μου κόσμο.
Τα μεγάλα δέντρα δημιουργούσαν περίεργες σκιές, αλλά δεν έδινα σημασία. Προχώρησα πιο βαθιά ώσπου έφτασα στο μικρό λιβάδι. Άπλωσα την κουβέρτα και ξάπλωσα άνετα κάτω.
Ένας ζωγράφος είχε τινάξει το πινέλο του με την ασημένια μπογιά και είχε σκορπίσει χιλιάδες μικρές τελείες στο απέραντο μπλε του ουρανού.
Κοιτούσα τον ουρανό και άφησα τον εαυτό μου να χαλαρώσει. Το μεγάλο μισοφέγγαρο κρεμόταν βαρύ από πάνω μου, αλλά παρέμενε τρομακτικά όμορφο.
Θυμήθηκα ένα τραγούδι και άρχισα να το τραγουδώ: «Δεν είναι ο κόσμος σου αυτός, είναι διαφορετικός σου είχα πει μια νύχτια θυμάμαι. Πως ό,τι φαίνετε είναι αλλιώς και ό,τι φτιάχνεις, ο ουρανός με βροχή με φωτιά… Φοβάμαι…»
Μια φωνή τραγουδούσε τους στίχους μαζί μου. Δεν ήμουν μονή. Πετάχτηκα γρήγορα επάνω και κοίταξα γύρω μου.


«Δεν πρόκειται να σου κάνω κακό! Ηρέμισε», είπε η σκοτεινή φιγούρα που στεκόταν λίγα μετρά μακριά μου.
Με πλησίασε και ετοιμάστηκα για όλα.


«Είμαι ο Άλεξ » είπε και κατέβασε την κουκούλα του τζάκετ του.
Και εκεί ήταν που έμεινα να κοιτώ σαν κάποιος να είχε παγώσει τον χρόνο.


«Ξύπνα! Θα σε περάσει για βλίτο» μια φωνούλα μέσα μου χτυπιόταν να ακουστεί.
Του έδωσα το χέρι μου και συστήθηκα.
«Άβερη. Καινούργιος;»ρώτησα.


«Ναι!» είπε. «Μπορώ να κάτσω μαζί σου;»
«Εντάξει», είπα και έκατσα στην κουβέρτα.
Έκατσε διπλά μου και κοίταξε τον ουρανό, δίνοντας μου την ευκαιρία να τον παρατηρήσω καλυτέρα.
Μαύρα ατίθασα μαλλιά συνδυασμένα με έντονα μπλε μάτια και χλωμή επιδερμίδα.

«Έχεις ωραία φωνή», είπε χωρίς να με κοιτάξει.
«Εεευχαριστώ!» είπα. Κοίταξα και εγώ το φεγγάρι. «Είναι το αγαπημένο μου τραγούδι ξέρεις», είπα σιγανά.
Γύρισε απότομα προς την πλευρά μου. «Και μένα», είπε.
Χαμογέλασα σφιγμένα. Δεν τον εμπιστευόμουν.

«Λοιπόν;» ρώτησα. «Σε πιο σχολειό θα πας;»
«Δεν θα πάω», είπε. «Είμαι εικοσι ενoς»
«Μάλιστα» είπα.
Έβγαλα το iPod μου και κοίταξα την ώρα. Κόντευε τέσσερις τα ξημερώματα
«Χάρηκα που τα είπαμε, αλλά πρέπει να πηγαίνω», είπα και σηκώθηκα. «Μπορείς να κρατήσεις την κουβέρτα. Καλό ξημέρωμα».
Άρχισα να περπατώ προς το δάσος , λίγο πριν τον ακούσω να σιγοτραγουδήσει: «… Πως ό,τι φάνετε είναι αλλιώς…»
Έφτασα στο δωμάτιο μου και όπως έκλεισα την πόρτα γλίστρησα προς τα κάτω, πάνω της. Ένιωθα αδύναμη και μηδαμινή.
Και εκείνη η βράδια ήταν που λύγισα. Έκλαψα για όλα τα πράγματα που κρατούσα μέσα μου. Για το ότι οι γονείς μου μισούσαν το ότι είμαι ένα φρικιό και ντρέπονταν για λογαριασμό μου. Για το ότι εγώ η ιδία με μισούσα που δεν μπόρεσα να είμαι απλά μια φυσιολογικοί κοπέλα με μια βαρετή ζωή. Για το ότι οι βαθμοί μου δεν ήταν καλοί. Για το ότι είμαι μονή, καταραμένη με την ικανότητα να προκαλώ παραισθήσεις τόσο δυνατές που μπορούσα να κάνω τον άλλον να με παρακαλάει να πεθάνει ή να τρελαθεί και να μην μπορεί να επιστρέψει ποτέ στο φυσιολογικό του εαυτό. Μισούσα τα πάντα. Σύρθηκα προς τα ντουλάπια και άνοιξα ένα. Έβγαλα από μέσα ένα μπουκάλι ρωσικής βότκας και κουλουριάστηκα σε μια γωνία αγκαλιά με το μόνο πράγμα που μπορεί να με κάνει να ξεχάσω, έστω και για λίγο.

17 Ιουλίου, 2011

2.Freak Academy

Κεφάλαιο 2

Άπλωσα τα χεριά μου και τον αγκάλιασα δυνατά .Όλα μας τα ρούχα βρίσκονται από ώρα στο πάτωμα σχηματίζοντας ένα μικρό σωρό .Δεν ξέρω που βρίσκομαι αλλά δεν με νοιάζει εκείνη την στιγμή .Φωνάζω δυνατά από ικανοποίηση καθώς τον νιώθω βαθειά μέσα μου να τελειώνει .Προσπαθούμε να βρούμε και οι δυο την ανάσα μας . Τα σώματα μας κολλημένα το ένα διπλά στο άλλο αλλά δεν μπορώ να αισθανθώ την ζεστασιά του .Προσπαθω να δω το πρόσωπο του μα το σκοτάδι είναι σύμμαχος του και με εμποδίζει να δω. Νιώθω τα χείλη του στο αυτί μου.
Η φωνή του απαλή και σιγανή.
«Τρέχα »μου ψιθυρίζει.
Ακούω ένα ουρλιαχτό .Το δικό μου ουρλιαχτό .Γλιστρά απότομα και προσπαθώ να πιαστώ από κάτι ,αλλά δεν υπάρχει τίποτα .Ουρλιάζω ξανά αλλά δεν βγαίνει κανένας ήχος .Στάματα να αντιστεκομαι .Ειναι μάταιο .Είμαι ήδη νεκρή.

Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου και κοιτάζω γύρω μου. Βρίσκομαι ακόμα στην βιβλιοθήκη  κουλουριασμένη στην πολυθρόνα. Το τζάκι είχε σβήσει από ώρα και η βροχή έχει  σταματήσει πια .Στα αυτιά μου ακούγεται δυνατά το Fallen Angels των Black Veil Brides.Διπλά μου η κυ .Σερ ,η βιβλιοθηκάριος με μια ανήσυχη έκφραση να διαγράφεται στα όμορφα χαρακτηριστικά της .Ανοιγοκλείνει τα χείλη της ξανά αλλά δεν ακούω τίποτα .Βγάζω τα ακουστικά και επιτέλους καταλαβαίνω τι λέει.
«Σου συνιστώ να πας να ξαπλώσεις και να σταματήσεις να διαβάζεις τόσα πολλά βιβλια .»ειπε γλυκά και μου χαμογέλασε.
Τεντώθηκα και ένιωσα τις αρθρώσεις μου να τρίζουν.
«Συγγνώμη κυ.Σερ .Δεν πρόκειται  να ξανά γινει .Πρεπει να συναντήσω την παρέα μου σε..» κοίταξα την ώρα .10 και 15. πετάχτηκα όρθια με αποτέλεσμα το IPod και το βιβλίο να βρεθούν στο πάτωμα. «πριν από ένα τέταρτο» αναφώνησα και μάζεψα τα πράγματα από το πάτωμα .Έχωσα το βιβλίο στα χεριά της και έτρεξα προς την έξοδο.
«Θα περάσω και αύριο!!Καληνύχτα σας» φώναξα πίσω μου καθώς έτρεχα στο διάδρομο .Βγήκα έξω από το κτίριο και συνέχισα να περπατώ προς τα διαμερίσματα του  διπλανού σχολειού , του Άγιου Πολ.
Καθώς περπατούσα το όνειρο ξανάρθε στο μυαλό μου .Δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγα αυτήν την φωνή .Κάθε λίγο και λιγάκι έβλεπα ένα περίεργο όνειρο που ήταν τόσο αληθινό που όταν ξυπνούσα δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι ήταν στα αλήθεια ένα όνειρο .Και πάντα μα πάντα ακούω αυτήν την φωνή.
Έφτασα  στο δωμάτιο της Jane και χτύπησα δυνατά .Δυο δευτέρα αργότερα ο L.Jayμου άνοιξε την πόρτα .Πήγα να περάσω αλλά άπλωσε τα χεριά του και μου έκλεισε την είσοδο.
«Λυπάμαι πολύ κυρία μου αλλά αργήσατε όπως ήταν αναμενόμενο «του έριξα ένα δολοφονικό βλέμμα «και τώρα  πρέπει να πληρώσετε» είπε
Τύλιξε τα χεριά του γύρω μου και πλησίασε τα χείλη του στα δικά μου.
«Μη» άρχισα να λέω και έβαλα τα χεριά μου στο στήθος του με σκοπό να  τον σπρώξω .
Τα χείλη του έπεσαν δυνατά πάνω στα δικά μου και τα χεριά μου σύρθηκαν πίσω από τον λαιμό του .Ενα πνιχτώ χαχανητό ακουστικέ και τραβήχτηκα μακριά του.
H Jane ακουμπούσε στην κορνίζα τις πόρτας μαζί με την Νελί και μας κοιτούσαν με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά .Μπήκαμε μάσα κάτσαμε στο σκούρο κόκκινο χαλι ,διπλα στον Γουιλ.
Πάντα λάτρευα το δωμάτιο της Jane .Τους σκούρους κόκκινους τοίχους ,τα σκούρα μαύρα έπιπλα ,τα χιλιάδες κεριά που κάλυπταν κάθε επιφάνια του δωματιου .Τα πάντα ήταν συνδυασμένα μεταξύ τους.
«Λοιπόν »ρωτησε η Νελη. «Τι λέτε να κάνουμε?»
«Και όπως πάντα εγώ θα σώσω τον κόσμο» αναφώνησε ο Will με ηγετικό υφος .Τον κοιτάξαμε όλοι και σκάσαμε ομαδικά στα γέλια.
«Γελάτε ,γελάτε τιποτένια πλασματα. »συνεχισε το θεατρικό του λόγο. «Και δεν πρόκειται να σας αφήσω να παίξετε με το επιτραπέζιο μου.»
Η Νελι σταμάτησε να γελάει.
«Έχω μια παράκληση ,τότε» είπε δαγκώνοντας τα χείλη της ,κίνηση που έκανε συνήθως όταν προσπαθούσε να μην γελάσει. «Θέλω να δω πως θα καταφέρεις να παίξεις μονός σου ένα επιτραπέζιο για πολλά άτομα.»
Ο Will έκανε πως δεν την άκουσε και έβαλε το επιτραπέζιο πάνω στο μικρό σκούρο ξύλινο τραπεζάκι , γύρω από το όποιο είχαμε μαζευτεί.
«Μου το έστειλαν οι γονείς μου και μάλιστα είπαν πως θα το λατρέψουμε.
Ανοίξαμε το κουτί και μάσα βρήκαμε έξι πιόνια σε διαφορετικά χρώματα δυο ζάρια ,μια κλεψύδρα ,ένα ταμπλό ,τις οδηγίες και κάρτες .Πάνω από χίλιες.
Ανοίξαμε το ταμπλό και διαλέξαμε ο καθένας το πιόνι του. Πηρά τα οδηγίες και διάβασα δυνατά.

«Διαχωρίστε τις κάρτες ανάλογα με το χρώμα τους σε 6 δεσμίδες και τοποθετήστε τες στο κέντρο του ταμπλό.»
Περίμενα τα παιδιά να το κάνουν και συνέχισα:
«Τοποθετήστε τις κάρτες που περίσσεψαν ,αυτές με το κόκκινο Χ προς τα πάνω ,έξω από το ταμπλό .Τοποθετείτε τα πιόνια σας πάνω στο ταμπλό στο τετραγωνάκι που λέει αφετηρία και ρίχνεται τα ζάρια .Όποιον αριθμό τύχετε τόσα τετραγωνάκια προχωρήσετε στο ταμπλό .Το τετραγωνάκι που θα σταματήσετε θα έχει ένα χρώμα. Κάποιος θα πάρει την πάνω κάρτα του ιδίου χρώματος και θα διαβάσει την ερώτηση. Γυρίζετε την κλεψυδρών .Αν βρείτε την απάντηση πριν τελειώσει η κλεψύδρα τότε ρίχνει ο επόμενος τα ζάρια. Αν όχι τότε θα πάρετε την  πάνω κάρτα από την δεσμίδα με τις κάρτες Χ και θα διαβάσετε δυνατά τι λέει..Το παιχνίδι μπορεί να συνεχιστεί προοριστούν. Για να τελειώσετε το παιχνίδι πείτε «Τέλος παιχνιδιού»
Καλή διασκέδαση.»
Δίπλωσα το χαρτί και το άφησα στο πλάι.
«Ας αρχισουμε»ειπε ο Ελάτου και πηρέ τα ζάρια .Τα έριξε και προχώρησε στα τετραγωνάκια .Το χρώμα που έτυχε ήταν πράσινο.
Πηρά  μια κάρτα από τις πράσινες και διάβασα
«Ποσά χιλιόμετρα είναι το Σινικό Τοίχος στην Κινά.?»
Γύρισα την κλεψύδρα.
«Έξι χιλιάδες εκατόν τριάντα .»είπε αβέβαιος.
«Λάθος »είπα και του έδωσα γρήγορα μια κάρτα Χ .
«Για να μάθεις να ακούς όταν οι διπλά σου μέλανε ,τι θα έλεγες για ένα ζευγάρι μεγαλύτερα αυτιά ?»είπε.
Ένα μικρό  σύννεφο πράσινης σκόνης κατευθύνθηκε προς το μέρος του  και τον τύλιξε.
Είχαμε μείνει να κοιτάμε με το στόμα ανοιχτώ για μερικά δευτερόλεπτα .Το σύννεφο διαλύθηκε και από πίσω του εμφανίστηκε ο Ελ.Τζευ .
Ξαφνικά βρέθηκα στο πάτωμα να γελώ υστερικά .
Τα κάποτε μικρά αυτιά του Ελ.Τζευ είχαν μεταμορφωθεί σε τεραστία αυτιά χιμπατζή.
Μας κοιτούσε σαν να ήμασταν τρελοί και αυτό μας έκανε να γελάμε περισσότερο.
Μόλις συνειδητοποίησε  ότι κάτι δεν πήγαινε καλά πετάχτηκε και έτρεξε στο μπάνιο.
Μια σειρά από βρισιές ακλούθησε καθώς ήρθε πάλι στο δωμάτιο γελώντας και αυτός με τον εαυτό του.
«Έλα» του είπα .Ακομα σε βρισκω ομορφο !!»είπα καθώς προσπαθούσα να ηρεμίσω.
«Τι λέτε ?συνεχίζουμε? » ρώτησα και έριξα τα ζάρια.

11 Ιουλίου, 2011

1.Freak Academy


Προλογος
Σε αυτό τον κόσμο υπάρχουν οι φυσιολογικοί  και οι μη-φυσιολογικοι .
Οι  φυσιολογικοί είναι ,απλά φυσιολογικοι .Οι μη φυσιολογικοί από την άλλη έχουν κάποια χαρίσματα που γεννιούνται με αυτά και παθαίνουν με αυτά.
Δυστυχώς ή ευτυχώς εγώ γεννήθηκα με την ικανότητα να δημιουργώ παραισθήσεις. Και για αυτό το λόγο βρίσκομαι στην Ακαδημία του Άγιου Αλεξάντερ ή αλλιώς γνωστή ως Freak Academy.

Κεφάλαιο 1

Η βροχή μαστίγωνε δυνατά τα μεγάλα παράθυρα της βιβλιοθήκης , όμως κατά κάποιο τρόπο ο ήχος αυτός με έκανε να ήρεμο .Καθόμουν στην βιβλιοθήκη ,διπλά στο μεγάλο πέτρινο τζάκι με το ένα ακουστικό του IPod μου στο αυτί  και διάβαζα ένα βιβλίο για τις στρατηγικές στο σκάκι, όταν με την άκρη του ματιού μου είδα τον L. Jay να πλησιάζει .Εβγαλα και το άλλο ακουστικό και τον κοίταξα.
«Τι περίεργο να σε συναντήσω στην βιβλιοθήκη .Μα πραγματικά ξαφνιάζομαι »με ειρωνεύτηκε όπως έκανε πάντα όταν με έβρισκε στην βιβλιοθήκη .Έβγαλε τα μαλλιά του από το πρόσωπο του με μιαν άκρως ψωνίστηκη κίνηση και με κοίταξε.
«Εσύ εδω?? »τον ρώτησα με ένα προσποιητό ύφος ξαφνιασμου. « Είχα την εντύπωση ότι σου απαγόρευσαν την είσοδο σε όλα τα μέρη που υπάρχει έστω και ένα βιβλιο .Την τελευταία φορά που ήρθες σε επαφή με ένα όλα τα εγκεφαλικά σου κύτταρα διαλυθήκαν» είπα και του έβγαλα την γλωσσά .
Γέλασε και έκατσε στο βελούδινο μπράτσο της  πολυθρόνας μου .Έσκυψε από πάνω μου , στριμώχνοντας με για τα καλά στην πολυθρόνα .Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του αγρίεψαν , τα μάτια του έγιναν πιο μαύρα και από πίσσα  ενώ  το κοντομάνικο στενό μπλουζάκι του έτριξε καθώς οι μυείς του φούσκωναν .Πλησίασε τα χείλη του στο αυτί μου
«Μπου» ψιθύρισε με βαριά φωνή.
«Προσπαθείς να με τρομάξεις ?» είπα και έσκασα στα γέλια .
«Από ότι φαίνεται μάταια »είπε και χαμογέλασε  παιχνιδιάρικα.
Ναι, ο Lincoln Junior δεν είναι απλά ένα αγόρι που τρελαίνεται να ρίχνει κορίτσια και να παίζει video games.
Για την ακρίβεια  δεν έχει παίξει ποτέ ποδόσφαιρο.
Όταν ήταν 5 χρονών τα αγοράκια τις ηλικίας του μάθαιναν να πλακώνονται και να παίζουν διάφορα αγορίστικα παιχνίδια , ενώ εκείνος μάθαινε να ελέγχει την λυκίσια μορφή του και να κυνηγάει την τροφή του. Λυκίσια σωστά το ακούσατε.
Και αυτό επειδή ο L. Jay είναι λυκάνθρωπος και πηγαίνει στο διπλανό ‘σχολειό’ .Αλλα αυτό  θα σας τα εξηγήσω μια άλλη φορά πιο αναλυτικά.
«Τα παιδιά έλεγαν να μαζευτούμε σήμερα στο δωμάτιο της Jane.Τι λες ?»ειπε .
«Οκ .Είμαι μέσα .Τι ώρα?»
«Κατά της 10.»
«Εντάξει ,θα είμαι εκεί»
«Μην ξεχαστείς » είπε και σηκώθηκε . «Τα λέμε εκεί» είπε κλείνοντας μου το μάτι  και απομακρύνθηκε.
Ξανά έβαλα τα ακουστικά του IPod μου και συνέχισα να διαβάζω το βιβλίο μου.